ΚΑΛΩΣ ΒΡΕΘΗΚΑΜΕ

2/2/2013

Σήμερα ξεκινά μια προσπάθεια να συγκεντρώσουμε λέξεις, φράσεις, αστεία , μικρές ιστοριούλες, θρύλους από κάθε γωνιά της πατρίδας μας, που θα συμπεριλαμβάνουν τις ντόπιες εκφράσεις - λέξεις του κάθε τόπου.

Ελπίζω και προσβλέπω στην βοήθεια και συμπαράσταση, μια και κινητήρια δύναμη μας είναι η κοινή μας αγάπη για την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ.

ΕΜΠΡΟΣ,,,,,λοιπόν να φτιάξουμε ένα χώρο που ο καθένας από μας θα βρίσκει τις ρίζες του και θα γίνει εστία έλξης για νέους που δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να ακούσουν τους παππούδες τους να μιλάνε ....την ντοπιολαλιά των χωριών τους....
΄Οσοι θελήσουν να βάλουν κείμενα ή λέξεις του τόπου τους, μπορούν να τα στέλνουν είτε στο e-mail που είναι :

artemismosch@gmail.com
ή θα τα γράφετε στο χώρο των σχολίων ...και μετά θα τα κάνουμε άμεση ανάρτηση στον κύριο χώρο εμείς....

Σας ευχαριστώ και αναμένω ανταπόκριση ,

ΑΡΤΕΜΙΣ ΠΑΠ



Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ










"… “Νομός” είναι η ελληνική λέξη για το βοσκοτόπι και ο «νομάδας» είναι ο αρχηγός ή ο Γέροντας ενός κλαν που προΐσταται του καταμερισμού των νομών [των βοσκών-βοσκημάτων]. Έτσι η λέξη «νομός» έφτασε να σημαίνει «δίκαιη διανομή», «αυτό που ορίζεται από το έθιμο» –κι επομένως η βάση όλου του δυτικού δικαίου.




Το ρήμα νέμειν –«βόσκω», «οδηγώ στη βοσκή», «περιφέρομαι» ή «απλώνομαι»– έχει και δεύτερη έννοια, που φτάνει πίσω στον Όμηρο: «μοιράζω», «κατανέμω», ή «απονέμω»- ιδιαίτερα γη, τιμή, κρέας ή ποτό. Νέμεση είναι η «απονομή δικαιοσύνης». Νόμισμα σημαίνει «τρέχον χρήμα», απ’ όπου η «νομισματολογία»…"




             















Ηθελα νάμουν τσέλιγκας, νάμουν κ' ένας σκουτέρης, να πάω να ζήσω στο μαντρί, στην ερημιά, στα δάσα, νάχω κοπάδι πρόβατα, νάχω κοπάδι γίδια, κ' ένα σωρό μαντρόσκυλα, νάχω και βοσκοτόπια, το καλοκαίρι στα βουνά, και τον χειμώ στους κάμπους. Νάχω από πάλιουραν βορό και στρούγγα από ροδάμι, νάχω και σε ψηλήν κορφή καλύβα από ρουπάκια, νάχω με τα βοσκόπουλα σε κάθε σκάρον γλέντι, νάχω φλογέρα να λαλώ, ν' αντιλαλούν οι κάμποι, νάχω και κόρη όμορφη, στεφανωτήν μου νάχω, να μου βοηθάει στο σάλαγο, να μου βοηθάει στα γρέκια, κι όντας θα τα σταλίζουμε τα δειλινά στους ίσκιους, στης ρεματιάς τη χλωρασιά μαζί της να πλαγιάζω, να με κοιμίζει με φιλιά στους δροσερούς της κόρφους.

Kώστας Κρυστάλλης (1868-1894).








το ποδόχι

=============

Δύο δίδυμες λέξεις θα δούμε τώρα. Η πρώτη είναι το ΄΄ποδόχι΄΄. Το ποδόχι είναι το υπολήνιο, ένα παράρτημα του ληνού, του πατητηριού δηλαδή, ένα κοίλο κτίσμα ή λάκκος όπου συγκεντρώνεται ο μούστος που ρέει από το πατητήρι. Ακούγεται κυρίως στα Επτάνησα.


Η λέξη έχει αρχαία καταγωγή, από το ΄΄υπόδοχον΄΄, που είναι υποκοριστικό της ΄΄υποδοχής΄΄... ΄΄υπόδοχον > υποδόχιον > υποδόχι > ποδόχι.


Λέγεται επίσης ΄΄αποδοχή΄΄ και ΄΄αποδοχάρι΄΄ (στις Κυκλάδες ). ΄Εχει και άλλα συνώνυμα . Το ποδόχι είναι πλατύ, εξ ού και η παλιά παροιμία ΄΄ έχει στόμα σαν ποδόχι΄΄. ΄Ενας Κεφαλλονίτης θυμάται τα παιδικά του χρόνια ....΄΄ Και έπεφτε ο αρωματικός χυμός μέσα στο ποδόχι, ζαλιζόμασταν από το άρωμα, αλλά δεν το βάζαμε κάτω΄΄.




Πάντως, η λέξη ΄΄ποδόχι΄΄ δεν χρησιμοποιείται μόνο για το πατητήρι και τον μούστο, αλλά και για το λιοτρίβι και τις ελιές. ΄Ετσι οι αναμνήσεις του δημοσιογράφου Ν. Καραντηνού αναφέρουν ότι θυμάται, ότι κολάτσιζε με ψωμί και φρέσκο λάδι, ΄΄ που το παίρναμε απευθείας απο το ποδόχι του λιοριβιού΄΄.



το πολήμι
=========

Υπάρχει και παραλλαγή ΄΄πολήνι΄΄, που θυμίζει περισσότερο την καταγωγή της λέξης, που είναι το αρχαίο ΄΄ υπολήνιον΄΄, το κοίλο κτίσμα κάτω από τον ληνό, το πατητήρι, όπου συγκεντρώνεται ο μούστος. Ακούγεται και ΄΄πολέμι΄΄, αλλά και ΄΄πολήβι΄΄.


Θα βρούμε τη λέξη όχι μόνο στις οινοπαραγωγικές περιοχές, αλλά και στις ελαιοπαραγωγικές, διότι, όπως και η συνώνυμή της, το ΄΄ποδόχι΄΄, χρησιμοποιείται και στο πατητήρι, αλλά και στο ελαιοτριβείο. Το ΄΄ πολήμι΄΄ ή ΄΄πολήνι΄΄ ακούγεται στη Λέσβο, στη Χίο, στην Πελοπόννησο, στη Βοιωτία.


Σε δημοτικό τραγούδι του Αχλαδόκαμπου το αμπέλι παρουσιάζεται να εκλιπαρεί τον αφέντη να μην το πουλήσει και υπόσχεται ΄΄ να ιδείς το ασήμι στο ληνό, χρυσάφι στο πολήμι !΄΄













τα πορίχια
============

Πορίχια λέγονται τα βλαστάρια από τις βρούβες, που κάποτε αποτελούσαν όχι ευκαταφρόνητη τροφή, σε περιόδους εκούσιας νηστείας ή περιόδους πείνας. Η λέξη ακούγεται στην Αίγινα, στα Κύθηρα και στις Κυκλάδες. Βέβαια, όπως συχνά συμβαίνει, σε κάποια νησιά τα πορίχια είναι συγκεκριμένο είδος χορταρικού, όχι γενική ονομασία. Λέγονται και ΄΄ τσιμπητά΄΄, επειδή τα κόβεις με τσίμπημα.

΄Ενα ναξιώτικο ΄΄ κοτσάκι΄΄ (δηλ. δίστιχο ) λέει...΄΄ ΄Εφυγε η αποκριά η όμορφη κοπέλα/ και ήρθε η Σαρακοστή η ποριχοσκουτέλα΄΄, επειδή τη Σαρακοστή τα πορίχια περνούσαν στο προσκήνιο.

΄Ενας Αιγινήτης περιγράφει....΄΄ Στα χέρσα χωράφια φυτρώνανε οι βολβοί, οι κορδαμίδες, τα βλαστάρια από τις βρούβες, πορίχια τα λέμε΄΄. ΄Ενας άλλος θυμάται τις μαύρες μέρες της Κατοχής, με ΄΄ λιμοκτονούντες που έσερναν τα βήματά τους στους λόφους για να βρουν κανένα πορίχι΄΄.

Η ετυμολογία της λέξης έχει απασχολήσει όχι λίγο τους ειδικούς. Κατά τον Κουκουλέ, από τα ΄΄ οπωρικά΄΄, ΄΄οπωρίκια΄΄.

Κατά τον Καραποτόσογλου, από το αρχαίο ΄΄άρπηξ΄΄ ο βλαστός, ΄΄ορπήκιον΄΄, με αντιπαράθεση των συμφώνων.







o ποσαπαίρνης
=================
Η λέξη αυτή έχει σαφώς παλιώσει, ωστόσο δέν έχει πάψει να ακούγεται, μια καί φρόντισε να της χαρίσει την αθανασία ο Κωστής Παλαμάς με τον στίχο ΄΄ Ο ποσαπαίρνης με το θεσιθήρα για την πατρίς καβγά στους καφενέδες΄΄, σε σημείο που πολλοί να νομίζουν ότι ο Παλαμάς έπλασε τη λέξη, ενώ στην πραγματικότητα είναι αρκετά παλαιότερη. Ποσαπαίρνης ονομάστηκε τον 19ον αιώνα ο επιτήδειος ΄΄ημέτερος΄΄ που λυμαίνεται το δημόσιο ταμείο με παχυλούς μισθούς ή ρεμούλες και κομπίνες.

΄Οπως θυμάται ο Δ.Ταγκόπουλος σε μεταγενέστερο χρονογράφημά του (1923), Στην εποχή του τρικουπισμού είχε καθιερωθεί και ιδιαίτερο επίθετο, οι Ποσαπαίρνηδες. Μιλούσες υπέρ του Τρικούπη και σε ρωτούσαν ΄΄Πόσα παίρνεις από το Δημόσιο Ταμείο για να τα γράφεις αυτά;΄΄ Στις προεκλογικές συγκεντρώσεις της εποχής, συχνά ακουγόταν το σύνθημα ΄΄ ΄Οξω οι ποσαπαίρνηδες΄΄.

Ο Σουρής αναφέρθηκε πολλές φορές στους ποσαπαίρνηδες, π.χ. ΄΄ Κάθε ντούρος ποσαπαίρνης ας οδύρεται κι ας φρίττει, όσα έφαγε ώς τώρα θα του βγούνε απ΄τη μύτη΄΄. ΄Ηταν υπεραισιόδοξος. Οι ΄΄ποσαπαίρνηδες΄΄ δεν λέγονται πια έτσι, αλλά ζουν και βασιλεύουν!!!






Ο ΄΄ πουργός΄΄
===================

Λέξη σχεδόν ξεχασμένη ο ΄΄πουργός΄΄, είναι ο βοηθός του χτίστη, ο πηλοφόρος που κουβαλάει λάσπη καί πέτρες. Προέρχεται από τον ΄΄υπουργό΄΄΄όχι τον σημερινό, που έχει πενήντα παρατρεχάμενους να τον υπηρετούν, παρά τον αρχαίο. Στην αρχαιότητα, ΄΄υπουργός΄΄ (από το υπό + έργον ) ήταν ο υπηρέτης, ο βοηθός. ΄΄ Πουργώ ή πουργεύω΄΄ σημαίνει βοηθώ τον χτίστη, μεταφέροντας τα υλικά και φτιάχνοντας τον ασβέστη. Ακουγόταν στην Κρήτη, στα νησιά και στην Κύπρο.

Στον ΄΄Πατούχα΄΄ του Κονδυλάκη, ο Σα ι τονικολής αναθέτει στον ακοινώνητο γιο του ΄΄να πουργεύει΄΄, να βοηθά δηλαδή τούς κτίστας, παρασκευάζων την λάσπην και τον ασβέστην. Και στο ΄΄ Νούμερο 31328 ΄΄ του Βενέζη, ο αφηγητής, αιχμάλωτος, επιδιώκει να πάει για ΄΄πουργός΄΄ μήπως και βρεί καλύτερη τροφή.


΄Οταν με την Επανάσταση του 1821 σχηματίστηκε η Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος, δέν είχε υπουργούς, αλλά ΄΄μινίστρους΄΄. Για παράδειγμα ο Κωλέττης ήταν Μινίστρος Εσωτερικών. ΄Οταν έπαψε το ντουφεκίδι, βρήκαν οι λόγιοι τον καιρό να ΄΄καθαρίσουν΄΄ τη γλώσσα από τα ξένα δάνεια, κι έτσι ανάστησαν την παλιά λέξη ΄΄υπουργός - και επειδή επρόκειτο για θεσμική λέξη, ο ΄΄καθαρισμός΄΄ έπιασε. Το ενδιαφέρον είναι και το λατινικό ΄΄ minister΄΄ αχρικά σήμαινε τον υπηρέτη.

΄Αραγε το θυμούνται αυτό οι υπουργοί και οι μινίστροι σήμερα, πως δουλειά τους είναι να υπηρετούν;;;;

Ν.ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΣ




η τσαέρα
===========
Τσαέρα είναι η καρέκλα στα Κυπριακά. Η λέξη έχει μακρά και ενδιαφέρουσα ιστορία. Ξεκινάμε από το αρχαιοελληνικό ΄΄καθέδρα΄΄, τό οποίο στα λατινικά γίνεται ΄΄cathedra΄΄ και περί το 1.100 δίνει τόν αρχαίο γαλλικό τύπο ΄΄chaere/chaire ΄΄ , από τον οποίο αργότερα προέκυψε η σημερινή γαλλική λέξη για την καρέκλα, ΄΄chaise ΄΄ ( εξ ού καί η δική μας σεζλόνγκ ). Ο τύπος ΄΄ chaere;; (ή ο προβηγκιανός ΄΄ chaira ΄΄ ) περνάει στη γαλλοκρατούμενη Κύπρο της εποχής των Λουζινιάν, καί επιβιώνει στο σημερινό ΄΄ τσαέρα΄΄.


Τσαέρες σήμερα στην Κύπρο είναι περισσότερο οι παραδοσιακές καρέκλες, αυτές που έφτιαχνε ο ΄΄τσαεράς΄΄. Η λέξη έχει υποχωρήσει΄και παραπονιέται ένας σύγχρονος λα ι κός ποιητής ότι...΄΄ Η τσάμπρα τζιαι ο ηλλιακός, η τάβλα τζι η τσαέρα/ η πρότσα τζιαι η μαντιλιά / χάνουνται λεν που την μιλιά /τζιαι σβήνουν κάθε μέρα΄΄.

Ωστόσο, η τσαέρα ακόμα ακούγεται πολύ, καί μάλιστα στους νεότερους έχει σχηματιστεί η εντύπωση ότι είναι πρόσφατο δάνειο από τό αγγλικό chair. Στήν πραγματικότητα, η αγγλική λέξη ΄΄ chair ΄΄ προέρχεται και αυτή από το παλαιογαλλικό ΄΄ chaire ΄΄, άρα είναι αδερφάκι της ΄΄τσαέρας΄΄, όχι μητέρα της.






φωτογώνι
=========

Καί ΄΄ φωτογωνιά΄΄. Λέξη που δεν υπάρχει σέ κανένα έντυπο λεξικό, κι όμως έχει χρησιμοποιηθεί από μεγάλους λογοτέχνες σε σημαντικά έργα τους, το φωτογώνι είναι το τζάκι, η εστία, εκεί που μαζεύεται όλη η οικογένεια το βράδυ στο παλιό αγροτικό σπίτι. Θά το δείτε και ΄΄ φωτογόνι΄΄ που σημαίνει ότι κάποιοι το ετυμολογούν από το ΄΄γόνος΄΄ και όχι από τή ΄΄γωνιά΄΄. Δέν είναι βέβαια αναγκαστικό να βρίσκεται στη γωνία (στη σαρακατσάνικη καλύβα το φωτογώνι βρίσκεται στό κέντρο).

Τη λέξη τη χρησιμοποιεί ο Καζαντζάκης κατ΄επανάληψη στην Οδύσσεια, π.χ. ΄΄ κι ελιά χοντρό κουτσούρι ρίχνει κι αναχουλεύει αγάλια τή φωτιά σκυφτός στό φωτογόνι΄΄, ενώ τή βρίσκουμε συχνά καί σέ ταξιδιωτικές εντυπώσεις, ιδίως γιά τήν Ευρυτανία, π.χ. ΄΄ Στό απλόχωρο φωτογώνι τριζοβολούν οι χοντρές σχίζες΄΄ ( Π.Φλώρος ).


Αλλά ασφαλώς τό φωτογώνι έχει κερδίσει τήν αθανασία επειδή βρίσκεται στόν πρώτο κιόλας στίχο του Πνευματικού εμβατηρίου του ΄Αγγελου Σικελιανού ( ο οποίος είχε χρησιμοποιήσει τή λέξη καί σέ άλλα του έργα) : ΄΄ Σάν έριξα καί τό στερνό δαυλί στό φωτογώνι / (δαυλί τής ζωής μου της κλεισμένης μες στό χρόνο ) / το φωτογώνι της καινούργιας Λευτεριάς Σου Ελλάδα [....] ΄΄.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.