Το γλωσσάρι του οινοτουρίστα στην Κρήτη
------------------------------------------------
Για να μη σας πιάσουν αδιάβαστους, σημειώστε:
Βηλάνα: Η κατ’ εξοχήν λευκή κρητική ποικιλία, με ιδιαίτερα αρωματικό χαρακτήρα και καλή οξύτητα. Αναζητήστε την και «περασμένη» από βαρέλι.
Βιδιανό: Η κρητική ποικιλία που θα συζητηθεί στο άμεσο μέλλον. Πολλοί τη χαρακτηρίζουν ως το Chardonnay της Κρήτης! Έχει δώσει εξαιρετικά αποτελέσματα σε λευκά μονοποικιλιακά κρασιά, αλλά και ως συνδυασμός με άλλες τοπικές ποικιλίες, όπως Πλυτό, Θραψαθήρι και Βηλάνα.
Πλυτό: Ποικιλία εξαιρετικά ισορροπημένη και αυτοδύναμη. Τη διακρίνει μέτρια ισορροπημένη οξύτητα και λεπτά, φρουτώδη αρώματα.
Δαφνί: Πήρε το όνομά του από τη συγγένεια των αρωμάτων του με το φυτό της δάφνης. Είναι συγγενική ποικιλία με το Μοσχοφίλερο. Αν και λευκό κρασί, επιδέχεται παλαίωση με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Θραψαθήρι: Σπάνια ποικιλία, καλλιεργείται σε λίγα στρέμματα και έχει βασικά της χαρακτηριστικά τα ιδιαίτερα αρώματα, την καλή οξύτητα και τη σταθερότητα στο χρώμα.
Κοτσιφάλι: Σε συνδυασμό με το Μανδηλάρι αποτελεί την πρώτη ύλη για τα ερυθρά κρητικά κρασιά. Το Κοτσιφάλι έχει χαρακτηριστικό αρωματικό δυναμικό και ισχυρό αλκοολικό τίτλο. Συνδυάζεται με το Μανδηλάρι λόγω της έλλειψής του σε τανίνες και χρωστικές ουσίες, τις οποίες διαθέτει απλόχερα το Μανδηλάρι.
Μανδηλάρι: Και όχι Μανδηλαριά, όπως την ονομάζουν στην υπόλοιπη Ελλάδα, ο «βαφειάς» για τους ντόπιους. Η ποικιλία που χαρίζει βαθύ κόκκινο χρώμα στο κρασί, προσδίδει όγκο στο σώμα του, αλλά θέλει ιδιαίτερη καλλιεργητική προσπάθεια για να φτάσει τα απαραίτητα σάκχαρα και άρα την επιθυμητή αλκοόλη.
Κουρμούλα: Φυτό αμπελιού, πρέμνο.
Καρίκι: Σειρά αμπελιού για γραμμωτό αμπέλι.
Λογάδο: Οινάμπελο με ανάμεικτες τοπικές ποικιλίες. «Κρασί από λογάδο αμπέλι».
Κόφα: Πλεκτό υψηλό καλάθι (περίπου 50 κιλών) μεταφοράς σταφυλιών με ζώο από το αμπέλι στο πατητήρι.
Τσαπράζι: Πριονωτό, αναδιπλούμενο μαχαίρι τρύγου σχήματος ημισελήνου, με ξύλινη λαβή.
Κουτσοκορφίζω: Κόβω τις άκριες των βλαστών.
Ξεφυλλίζω: Αφαιρώ φύλλα της βάσης ή ολόκληρους άκαρπους βλαστούς.
Eleftheria Babaletaki
------------------------------------------------
Για να μη σας πιάσουν αδιάβαστους, σημειώστε:
Βηλάνα: Η κατ’ εξοχήν λευκή κρητική ποικιλία, με ιδιαίτερα αρωματικό χαρακτήρα και καλή οξύτητα. Αναζητήστε την και «περασμένη» από βαρέλι.
Βιδιανό: Η κρητική ποικιλία που θα συζητηθεί στο άμεσο μέλλον. Πολλοί τη χαρακτηρίζουν ως το Chardonnay της Κρήτης! Έχει δώσει εξαιρετικά αποτελέσματα σε λευκά μονοποικιλιακά κρασιά, αλλά και ως συνδυασμός με άλλες τοπικές ποικιλίες, όπως Πλυτό, Θραψαθήρι και Βηλάνα.
Πλυτό: Ποικιλία εξαιρετικά ισορροπημένη και αυτοδύναμη. Τη διακρίνει μέτρια ισορροπημένη οξύτητα και λεπτά, φρουτώδη αρώματα.
Δαφνί: Πήρε το όνομά του από τη συγγένεια των αρωμάτων του με το φυτό της δάφνης. Είναι συγγενική ποικιλία με το Μοσχοφίλερο. Αν και λευκό κρασί, επιδέχεται παλαίωση με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Θραψαθήρι: Σπάνια ποικιλία, καλλιεργείται σε λίγα στρέμματα και έχει βασικά της χαρακτηριστικά τα ιδιαίτερα αρώματα, την καλή οξύτητα και τη σταθερότητα στο χρώμα.
Κοτσιφάλι: Σε συνδυασμό με το Μανδηλάρι αποτελεί την πρώτη ύλη για τα ερυθρά κρητικά κρασιά. Το Κοτσιφάλι έχει χαρακτηριστικό αρωματικό δυναμικό και ισχυρό αλκοολικό τίτλο. Συνδυάζεται με το Μανδηλάρι λόγω της έλλειψής του σε τανίνες και χρωστικές ουσίες, τις οποίες διαθέτει απλόχερα το Μανδηλάρι.
Μανδηλάρι: Και όχι Μανδηλαριά, όπως την ονομάζουν στην υπόλοιπη Ελλάδα, ο «βαφειάς» για τους ντόπιους. Η ποικιλία που χαρίζει βαθύ κόκκινο χρώμα στο κρασί, προσδίδει όγκο στο σώμα του, αλλά θέλει ιδιαίτερη καλλιεργητική προσπάθεια για να φτάσει τα απαραίτητα σάκχαρα και άρα την επιθυμητή αλκοόλη.
Κουρμούλα: Φυτό αμπελιού, πρέμνο.
Καρίκι: Σειρά αμπελιού για γραμμωτό αμπέλι.
Λογάδο: Οινάμπελο με ανάμεικτες τοπικές ποικιλίες. «Κρασί από λογάδο αμπέλι».
Κόφα: Πλεκτό υψηλό καλάθι (περίπου 50 κιλών) μεταφοράς σταφυλιών με ζώο από το αμπέλι στο πατητήρι.
Τσαπράζι: Πριονωτό, αναδιπλούμενο μαχαίρι τρύγου σχήματος ημισελήνου, με ξύλινη λαβή.
Κουτσοκορφίζω: Κόβω τις άκριες των βλαστών.
Ξεφυλλίζω: Αφαιρώ φύλλα της βάσης ή ολόκληρους άκαρπους βλαστούς.
Eleftheria Babaletaki
Οψιγιάς=απλωτός (το μέρος του αμπελιού όπου άπλωναν τα σταφύλια για να ξεραθούν και να γίνουν σταφίδα).
Rena Anemos
Rena Anemos
Το «Ο» είναι το άρθρο που συνεκφέρεται και το αλλοιώνει. Το όνομα δηλαδή του χωρίου προέρχεται από το ρήμα ψύγω - ψύχω, που έχει τη σημασία του «στεγνώνω, ξηραίνω, μαραίνω». Οψυγιάς ή Ψυγιάς λέγεται σήμερα στην Κρήτη το μέρος όπου απλώονται τα σταφύλια, προκειμένου να ψυγούν και να γίνουν σταφίδα. Με την έννοια μάλιστα αυτή (στεγνώνω, ξηραίνω, μαραίνω) το ρήμα «ψύγω» συναντάνται και στον Ερωτόκριτο, που αναφέρεται π.χ. για την Αρετούσα πως «Ήτονε νια και δροσερή και αμάθητη στα πάθη, κι ως εμπερδεύτη στη φιλιά, εψύγη κι εμαράθη...». Κι ακόμη «Όσον επέρνα ο καιρός κι οι νύχτες εδιαβαίνα, τόσον οι λογισμοί κρυφά την εψυγομαραίνα...». Με την ίδια έννοια όμως συναντάνται στην Κρήτη το ρήμα «ψύγω» και σε εκφράσεις καθημερινές, όπως: «Εδώκά ντου μια στη χέρα κι εψύγηκενε...» (δηλ. του έδωσα ένα χτύπημα στο χέρι κι εμαράθηκε - ενν. από τον πόνο...).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.