ΝΤΟΠΙΟΛΑΛΙΑ ΝΑΞΟΥ
=======================
μπάχτι το: η τύχη, το ριζικό. Δεν ήχενε το μπάχτι να τηνε πάρει.
μπατζανέμι το: η απάνεμα. Κάτσε εϊπά που είναι μπατζανέμι.
μπαταλιάρω: μιλάω ασταμάτητα, φλυαρώ. Μα ίντα μπαταλιάρεις όλη την ώρα;
μπαδουλιά η: πατημασιά. Εμάτο ήταν το λάκωμα από μπαδουλιές λαγών.
μπαϊλντισμένος ο: ο ταλαιπωρημένος, αγανακτισμένος (τουρκ. bayild).
μουντίζω: αρχίζω να οριμάζω. Εμουντίσανε οι ντομάτες.
μουγγανίζει: το ζώο που φωνάζει. Μα ίντα μουγγανίζει ετσά η αελάδα;
μουγγαλιά η: βογκητό. Ήβγανενε κάτι μουγκαλιές (έβγαζε κάτι βογκητά)
μουγγαλίζω: Κλαίω σπαραχτικά.
μουγγαμένος: αμίλητος. Κάθεται ετσά μουγγαμένος όλη μέρα
=======================
μπάχτι το: η τύχη, το ριζικό. Δεν ήχενε το μπάχτι να τηνε πάρει.
μπατζανέμι το: η απάνεμα. Κάτσε εϊπά που είναι μπατζανέμι.
μπαταλιάρω: μιλάω ασταμάτητα, φλυαρώ. Μα ίντα μπαταλιάρεις όλη την ώρα;
μπαδουλιά η: πατημασιά. Εμάτο ήταν το λάκωμα από μπαδουλιές λαγών.
μπαϊλντισμένος ο: ο ταλαιπωρημένος, αγανακτισμένος (τουρκ. bayild).
μουντίζω: αρχίζω να οριμάζω. Εμουντίσανε οι ντομάτες.
μουγγανίζει: το ζώο που φωνάζει. Μα ίντα μουγγανίζει ετσά η αελάδα;
μουγγαλιά η: βογκητό. Ήβγανενε κάτι μουγκαλιές (έβγαζε κάτι βογκητά)
μουγγαλίζω: Κλαίω σπαραχτικά.
μουγγαμένος: αμίλητος. Κάθεται ετσά μουγγαμένος όλη μέρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.