ΚΑΛΩΣ ΒΡΕΘΗΚΑΜΕ

2/2/2013

Σήμερα ξεκινά μια προσπάθεια να συγκεντρώσουμε λέξεις, φράσεις, αστεία , μικρές ιστοριούλες, θρύλους από κάθε γωνιά της πατρίδας μας, που θα συμπεριλαμβάνουν τις ντόπιες εκφράσεις - λέξεις του κάθε τόπου.

Ελπίζω και προσβλέπω στην βοήθεια και συμπαράσταση, μια και κινητήρια δύναμη μας είναι η κοινή μας αγάπη για την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ.

ΕΜΠΡΟΣ,,,,,λοιπόν να φτιάξουμε ένα χώρο που ο καθένας από μας θα βρίσκει τις ρίζες του και θα γίνει εστία έλξης για νέους που δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να ακούσουν τους παππούδες τους να μιλάνε ....την ντοπιολαλιά των χωριών τους....
΄Οσοι θελήσουν να βάλουν κείμενα ή λέξεις του τόπου τους, μπορούν να τα στέλνουν είτε στο e-mail που είναι :

artemismosch@gmail.com
ή θα τα γράφετε στο χώρο των σχολίων ...και μετά θα τα κάνουμε άμεση ανάρτηση στον κύριο χώρο εμείς....

Σας ευχαριστώ και αναμένω ανταπόκριση ,

ΑΡΤΕΜΙΣ ΠΑΠ



Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΛΕΞΕΩΝ ΚΑΙ ΤΟ .......ΠΑΓΟΒΟΥΝΟ






Συνήθως φανταζόμαστε λευκό το παγόβουνο, όμως στην πραγματικότητα οι αποχρώσεις του ποικίλλουν από κυανές και πράσινες μέχρι καστανές και μαύρες, ανάλογα με τις αποθέσεις πλαγκτού και ιζημάτων στην περιοχή τής προέλευσής του. Ωστόσο, ακόμη και όταν αυτή η επιστημονική παρατήρηση μας είναι γνωστή, προτιμούμε να φανταζόμαστε το παγόβουνο λευκό, επειδή είμαστε περισσότερο εξοικειωμένοι με τον πάγο και το χιόνι.
Με παρόμοιο τρόπο λειτουργεί το φαινόμενο της λαϊκής ετυμολογίας, που θα προσπαθήσω τώρα να εξηγήσω με ένα παράδειγμα από τον χώρο τής γαστρονομίας.
Η λ. σεφταλιά προέρχεται, όπως είναι κοινώς αποδεκτό, από το τουρκ. şeftali (kebab). Η συνδετική γραμμή δεν είναι ακριβώς ταιριαστή. Το τουρκ. şeftali σημαίνει «ροδάκινο» και είναι δύσκολο να το συσχετίσουμε με τη σεφταλιά. Αυτή η νόστιμη συνταγή περιέχει αρνήσιο κιμά, μυρωδικά, λαχανικά, όχι όμως ροδάκινο.
Η έρευνα αποκαλύπτει ότι κάτω από την επιφάνεια υπάρχει ένα κύριο όνομα παρετυμολογημένο. Η τουρκική λέξη έχει, καθώς φαίνεται, την αρχή της σε παρανόηση της φρ. Chef Ali Kebab «κεμπάπ τού σεφ Αλή», με την οποία κατονομαζόταν η τουρκοκυπριακή συνταγή / σπεσιαλιτέ ονομαστού μάγειρα. Η φράση περιείχε τη γαλλική λέξη chef και το κύριο όνομα Ali, συστατικά που έχασαν την ανακλητικότητά τους στον ευρύ πληθυσμό, και ως εκ τούτου παρασυνδέθηκε προς κάτι οικειότερο, τη λ. şeftali, από όπου προήλθε η σεφταλιά.
Ας προσέξουμε τι συνέβη εδώ.
Οι αδιαφανείς λέξεις, στις οποίες κατ’ εξοχήν ανήκουν τα λησμονημένα κυριωνύμια, αποτελούν πρόσφορο στόχο τής λαϊκής ετυμολογίας, η οποία αποσκοπεί στην άρση τής απομόνωσής τους από το υπόλοιπο λεξιλόγιο. Στη σχετική γλωσσολογική θεωρία δύο στοιχεία αλληλεπιδρούν: το ασθενές ή επαγόμενο, το οποίο υφίσταται την επίδραση (η φρ. Chef Ali), και το ισχυρό ή επάγον, το οποίο την προκαλεί (το τουρκ. şeftali). Αναγκαία προϋπόθεση είναι η φωνητική ομοιότητα προς λέξη με την οποία οι ομιλητές είναι καλύτερα εξοικειωμένοι. Στη διασταύρωση με την οικειότερη τουρκική λέξη, η σημασιολογική απόσταση δεν εμπόδισε την παρασύνδεση, επειδή η κινητροδότηση είναι κατ’ εξοχήν φωνητική.





Ότι ο κύριος όγκος τού ετυμολογικού προβλήματος μπορεί να κρυφτεί κάτω από την επιφάνεια φαίνεται από την παράδοξη εξέλιξη που εμφάνισε στα Ελληνικά η λ. τεφαρίκι. Τα λεξικά ομοφωνούν ότι προέρχεται από το τουρκ. tefarik (αραβικής αρχής). Εντούτοις, υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα. Η τουρκική λέξη σημαίνει «ψιλοπράγματα» ή «πράγμα ευτελούς αξίας», ενώ στα Ελληνικά τεφαρίκι είναι το «πράγμα εκλεκτής ποιότητας».
Τι μας έχει διαφύγει σε αυτή την αντιστροφή τής σημασίας; Η ανασημασιοδότηση οφείλεται σε καθαρή σύμπτωση με ένα κύριο όνομα. Το 1868 ο εκδότης Κωνσταντίνος Τεφαρίκης εξέδωσε ποιητική ανθολογία με τίτλο Παρνασσὸς ἢ ἀπάνθισμα τῶν ἐκλεκτοτέρων τεμαχίων τῆς Νέας Ἑλληνικῆς ποιήσεως. Τις επιλογές των ποιημάτων είχε κάνει ο Κωνσταντινουπολίτης λόγιος Ιωάννης Ραπτάρχης (1812-71), αλλά το έργο έμεινε γνωστό ως Ανθολογία Τεφαρίκη. Μπορείτε να διακρίνετε πώς η μετωνυμική σύμπτωση άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στη σημασία; Νομίζω ξεκάθαρα.


Η λ. τρελοκαμπέρω αποτελεί μειωτικό χαρακτηρισμό για την «απερίσκεπτη γυναίκα, που δεν σκέφτεται λογικά» (ΛΝΕΓ3). Μέχρι πρόσφατα τα λεξικά μοχθούσαν να ετυμολογήσουν το β΄ συνθετικό. Η συνήθης εξήγηση ήταν ότι προέρχεται από την Τουρκική. Στο ΛΚΝ διαβάζουμε ότι προέρχεται από το τουρκ. kamber «αχώριστος σύντροφος» και προστίθεται η ειρωνική σημασία «που δεν μπορεί να λείπει», δηλ. «αυτή από την οποία δεν λείπει η τρέλα».
Η εξήγηση δεν είναι πειστική. Ο κύριος όγκος τού προβλήματος έχει παραμείνει κάτω από την επιφάνεια.
Στην προκειμένη περίπτωση, πυρήνας τής λέξεως είναι ένα λησμονημένο κύριο όνομα, το οποίο θα μας ερχόταν ευθύς στον νου αν ήμαστε κάπως εξοικειωμένοι με την ιστορία τής ελληνικής πολεμικής αεροπορίας. Στις 13 Μαΐου 1912 πραγματοποίησε την πρώτη πτήση στην Ελλάδα ένας υπολοχαγός που μετεκπαιδεύτηκε ως πιλότος στη Γαλλία. Λεγόταν Δημήτριος Καμπέρος. Ανέλαβε πλήθος αποστολών κατοπτεύσεως των τουρκικών στρατευμάτων στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο και μετασκεύασε το αεροπλάνο του, τύπου Henri Farman, σε υδροπλάνο, επιτυγχάνοντας την ανώτατη για την εποχή επίδοση: 110 χλμ./ώρα. Οι πηγές δείχνουν ότι διεκπεραίωσε ριψοκίνδυνες αποστολές, πραγματοποίησε πολλές παρακινδυνευμένες πτήσεις και ενέργειες παράτολμες για τα μέσα τής εποχής.
Πώς πιστεύετε ότι τον αποκαλούσαν οι συνάδελφοί του; Φυσικά, τρελοκαμπέρο!
Συνήθως φανταζόμαστε λευκό το παγόβουνο, όμως στην πραγματικότητα οι αποχρώσεις του ποικίλλουν από κυανές και πράσινες μέχρι καστανές και μαύρες, ανάλογα με τις αποθέσεις πλαγκτού και ιζημάτων στην περιοχή τής προέλευσής του. Ωστόσο, ακόμη και όταν αυτή η επιστημονική παρατήρηση μας είναι γνωστή, προτιμούμε να φανταζόμαστε το παγόβουνο λευκό, επειδή είμαστε περισσότερο εξοικειωμένοι με τον πάγο και το χιόνι.
Με παρόμοιο τρόπο λειτουργεί το φαινόμενο της λαϊκής ετυμολογίας, που θα προσπαθήσω τώρα να εξηγήσω με ένα παράδειγμα από τον χώρο τής γαστρονομίας.
Η λ. σεφταλιά προέρχεται, όπως είναι κοινώς αποδεκτό, από το τουρκ. şeftali (kebab). Η συνδετική γραμμή δεν είναι ακριβώς ταιριαστή. Το τουρκ. şeftali σημαίνει «ροδάκινο» και είναι δύσκολο να το συσχετίσουμε με τη σεφταλιά. Αυτή η νόστιμη συνταγή περιέχει αρνήσιο κιμά, μυρωδικά, λαχανικά, όχι όμως ροδάκινο.
Η έρευνα αποκαλύπτει ότι κάτω από την επιφάνεια υπάρχει ένα κύριο όνομα παρετυμολογημένο. Η τουρκική λέξη έχει, καθώς φαίνεται, την αρχή της σε παρανόηση της φρ. Chef Ali Kebab «κεμπάπ τού σεφ Αλή», με την οποία κατονομαζόταν η τουρκοκυπριακή συνταγή / σπεσιαλιτέ ονομαστού μάγειρα. Η φράση περιείχε τη γαλλική λέξη chef και το κύριο όνομα Ali, συστατικά που έχασαν την ανακλητικότητά τους στον ευρύ πληθυσμό, και ως εκ τούτου παρασυνδέθηκε προς κάτι οικειότερο, τη λ. şeftali, από όπου προήλθε η σεφταλιά.
Ας προσέξουμε τι συνέβη εδώ.


Οι αδιαφανείς λέξεις, στις οποίες κατ’ εξοχήν ανήκουν τα λησμονημένα κυριωνύμια, αποτελούν πρόσφορο στόχο τής λαϊκής ετυμολογίας, η οποία αποσκοπεί στην άρση τής απομόνωσής τους από το υπόλοιπο λεξιλόγιο. Στη σχετική γλωσσολογική θεωρία δύο στοιχεία αλληλεπιδρούν: το ασθενές ή επαγόμενο, το οποίο υφίσταται την επίδραση (η φρ. Chef Ali), και το ισχυρό ή επάγον, το οποίο την προκαλεί (το τουρκ. şeftali). Αναγκαία προϋπόθεση είναι η φωνητική ομοιότητα προς λέξη με την οποία οι ομιλητές είναι καλύτερα εξοικειωμένοι. Στη διασταύρωση με την οικειότερη τουρκική λέξη, η σημασιολογική απόσταση δεν εμπόδισε την παρασύνδεση, επειδή η κινητροδότηση είναι κατ’ εξοχήν φωνητική.Αν και ο κύριος όγκος τού παγόβουνου βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια, η κίνησή του επηρεάζεται από τους ανέμους και από τα υποθαλάσσια ρεύματα. Ως αποτέλεσμα, παγόβουνα που συναντώνται στον Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό μπορεί να έχουν αποκολληθεί από τη Γροιλανδία.
Μερικές φορές εξαντλούμε την ετυμολογική έρευνα αναζητώντας την ταυτότητα ενός όρου εκεί όπου τον συναντήσαμε: στην ίδια γλώσσα, στο ίδιοχωροχρονικό πλαίσιο, στο ίδιο περιβάλλον. Αν και αυτή είναι η συνετή αφετηρία, η προσεκτικότερη μελέτη κάποτε δείχνει ότι η δυσετυμολόγητη λέξη τελικά είχε απρόσμενο βάθος και ότι ίσως έχει την αρχή της σε έναν άλλο βασικό μηχανισμό, που είναι ο δανεισμός.
Εξετάστε την περίπτωση της λέξης διάνος. Σημαίνει την «αρσενική γαλοπούλα», έννοια που κατά κανόνα δηλώνεται από τις λ. γάλος (λατινικής αρχής) και κούρκος (σλαβικής αρχής).
Τα λεξικά εξηγούσαν την προέλευση της λέξης περιοριζόμενα στην παραγωγή από το εθνικό Ινδιάνος και ερμηνεύοντας τις φωνητικές μεταβολές. Αυτή η ανάλυση είναι εν μέρει μόνο σωστη· υιοθετώντας την ερμηνεύουμε αυτό που μας είναι αμέσως ορατό και δεν αναρωτιόμαστε μήπως μας έχει έρθει από μακριά, μήπως έχει ταξιδέψει από αλλού.
Ας ξεκινήσουμε διαφορετικά. Μια πολύτιμη ένδειξη της προελεύσεως μπορεί να προσφέρει η λόγια ονομασία τής γαλοπούλας: ἰνδόρνις, λέξη που μαρτυρείται τουλάχιστον από το 1876. Εκ πρώτης όψεως μοιάζει να σημαίνει «όρνιθα από την Ινδία», πράγμα που μας φέρνει στον νου πώς κατονόμαζαν παλαιότερα τέτοια συγγενή, μη αυτόχθονα πτηνά: αρχ. περσικὸς ἀλέκτωρ (Κρατίνος Κωμικός), μεσν. μηδικὸς πετεινός, ν.ελλ. φραγκόκοττα. Πολλές τέτοιες ονομασίες δεν επικράτησαν, αλλά χρειαστήκαμε έναν ακόμη όρο, τον οποίο αυτή τη φορά αντλήσαμε από τη Γαλλική.
Αν ρίξουμε περισσότερο φως στο απώτερο παρελθόν, συναντούμε ήδη τον 13ο αιώνα τον μεσαιωνικό λατινικό όρο gallina de India «κόττα από την Ινδία, φραγκόκοττα», όπου το κυριωνύμιο Ινδία δηλώνει την Αβησσυνία, που εθεωρείτο η πατρίδα του. Με βάση τη μεσαιωνική λατινική ονομασία σχηματίστηκε στη Γαλλική ο φραστικός όρος poule d’Inde με αρχική σημασία «φραγκόκοττα». Τον 16ο αιώνα, όμως, συνέβη μια αξιοσημείωτη μεταβολή σημασίας. Οι Ισπανοί κατακτούν το Μεξικό, όπου ανακαλύπτουν (ξανά) τη γαλοπούλα, με αποτέλεσμα η φρ. poule d’Inde να συνδεθεί με αυτό που αποκαλούσαν Δυτικές Ινδίες, όπως θεωρούσαν τότε την Κεντρική Αμερική. Η συγκεκριμένη φράση συγχωνεύθηκε σε μία λέξη, με παράλειψη του γενικού όρου poule, και έτσι στη σημερινή Γαλλική dinde και dindon είναι η γαλοπούλα και ο γάλος. Ο ελληνικός επίσημος όρος ινδόρνις, αλλά και ο μεταπλασμένος διάνος απέδωσαν προφανώς τον γαλλικό όρο (ας λάβουμε όμως υπ’ όψιν τους αντίστοιχους όρους άλλων γλωσσών: αγγλ. hen of India, γερμ. indianischer Hahn).
Θα συμφωνείτε ότι το ταξίδι ήταν αρκετά μακρινό και ότι το κυριωνύμιο ήταν καλά κρυμμένο κάτω από την επιφάνεια.
Ας θυμηθούμε τώρα τους τρεις παράγοντες που συχνά καλύπτουν την ταυτότητα των κυρίων ονομάτων σε δυσετυμολόγητες λέξεις: 1) Απώλεια των συγκειμενικών και πραγματολογικών δεσμών λόγω της χρονικής απόστασης, 2) Λαϊκή ετυμολογία / Παρασύνδεση, 3) Δανεισμός.






Η συναρπαστική πορεία αυτών των ονομάτων φέρνει στο φως στιγμιότυπα γλωσσικής ιστορίας, που δείχνουν πώς λειτουργούν βασικές γνωσιακές αρχές όπως η εικονικότητα, ο ισομορφισμός, η οικονομία και η γενίκευση. Αν και οι αρχές αυτές φαίνεται κάποτε ότι συγκρούονται μεταξύ τους, ότι άλλοτε υπερισχύει η μία και άλλοτε η άλλη, αυτό δεν είναι παράξενο, αφού έτσι αντιμετωπίζουμε τα πράγματα και έτσι τους αποδίδουμε ταυτότητα. Όπως έγραψε ο Καντ: «Βλέπουμε τον κόσμο, όχι όπως είναι, αλλά όπως είμαστε».




Η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε στην εκδήλωση για τα 30 χρόνια από την ίδρυση της Ελληνικής Ονοματολογικής Εταιρείας. Συνέγραψε ο Dr Moshe




..........................................




ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΑΠΟΨΗ............http://sarantakos.wordpress.com/2010/06/05/tefarik/



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.